Τι σημαίνει η "αποτυχία" στις πανελλαδικές εξετάσεις;
Με την έκδοση των αποτελεσμάτων, οι υποψήφιοι κληρονομούν μια "ταμπέλα". Πολλοί πέτυχαν, κάποιοι είναι οι πρώτοι των πρώτων και κάμποσοι θεωρούνται πως απέτυχαν. Άραγε πόση σχέση έχουν οι έννοιες της αποτυχίας και της επιτυχίας με τους βαθμούς;
Οι έννοιες της επιτυχίας κα αποτυχίας, αν και σε συγκεκριμένα γλωσσικά και κοινωνικά πλαίσια λαμβάνουν μία συγκεκριμένη διάσταση και λίγο-πολύ ορίζονται από κάποια χαρακτηριστικά εξαιτίας των αναπαραστάσεων με τις οποίες συνδέονται- αποτελούν σε μεγάλο βαθμό υποκειμενικές και «ανοιχτές» έννοιες ως προς την ερμηνεία τους.
Ειδικά, όσον αφορά την επίδοση στις εξετάσεις, επειδή, ακριβώς, δεν ξεκινάμε όλοι και όλες από την ίδια αφετηρία (γνωσιακή-δεν έχουμε λάβει όλοι τα ίδια ερεθίσματα, οικονομική κλπ.), θα ήταν υπεραπλουστικό να θεωρήσουμε, πως ένας αριθμός μορίων που συγκέντρωσε κάποιος σε εξετάσεις (τις πανελλήνιες και οποιεσδήποτε άλλες) θα μπορούσε να καθορίσει το τι μπορεί να θεωρηθεί επιτυχία ή αποτυχία για τον καθένα ή τη καθεμία. Πέρα από αυτό το γεγονός, δηλαδή, πως δεν παρέχονται (όπως θα έπρεπε) σε όλους οι ίδιες ευκαιρίες στη βάση της κοινωνικής ισότητας και δικαιοσύνης, παρεμβάλλονται και άλλες μεταβλητές που περιπλέκουν το δρόμο προς το τελικό αποτέλεσμα.
Τα κίνητρα μάθησης και επίτευξής, η έφεση σε συγκεκριμένα μαθήματα, η προσπάθεια που κατέβαλλε ο υποψήφιος/α, ο τρόπος διαβάσματος του/της, το «μαθησιακό στυλ» του καθενός/μιας και πόσο αυτό εφάπτεται με το εκάστοτε εκπαιδευτικό σύστημα και τον τρόπο ερωτήσεων που διατυπώνονται στα εξεταζόμενα θέματα, αποτελούν μόνο μερικούς από τους παράγοντες που επιδρούν στη συνιστώσα δυναμική που διαμορφώνει το αποτέλεσμα. Αν κάποιος θελήσει να προσθέσει στο «πλάνο» και μεταβλητές που έχουν να κάνουν με ενδοπροσωπικά και ιδιοσυγκρασιακά χαρακτηριστικά, στοιχεία περιβάλλοντος, όπως αντιλήψεις της οικογένειας γύρω από την εκπαίδευση και εμπειρίες μάθησης, την οικογενειακή δυναμική αυτή καθ’ αυτή, άλλες εμπειρίες που αποκτήθηκαν στην οικογένεια ή οικογενειακά χαρακτηριστικά κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας αλλά και νωρίτερα. Ακόμα, σημαντικό ρόλο διαδραματίζει ο «μικρόκοσμος» της εκπαιδευτικής κοινότητας, της «γειτονιάς», οι επιρροές από συνομήλικους, το κοινωνικό- οικονομικό και πολιτισμικό πλαίσιο της εποχής αλλα και παράγοντες όπως η αυτοαντίληψη του μαθητή και η αυτορρύθμιση, όπως και η διαχείριση άγχους.
Αν συνεχίζαμε να απαριθμούμε τις δυνητικές μεταβλητές που παρεμβαίνουν και δρουν ήδη από πολύ νωρίς στη ζωή κάποιου, δεν θα μας έφτανε ο «διαδικτυακός χώρος» που καταλαμβάνει το εν λόγω κείμενο. Όπως γίνεται αντιληπτό και από τις προαναφερόμενες μεταβλητές εύκολα διαμορφώνεται ένα «μωσαϊκό μεταβλητών» που παρεισφρύουν κατά την διαδικασία διαμόρφωσης, ερμηνείας και εν τελεί εννοιολόγησης της «επιτυχίας» ή της «αποτυχίας».
Ακόμα καθοριστικότερος παράγοντας από τους προαναφερόμενους, αποτελεί το γεγονός αν η επίδοση που κατάφερε να συγκεντρώσει κάποιος υποψήφιος ή υποψήφια είναι ικανή να τον εντάξει στο «τμήμα-στόχο» που έχει θέσει. Και σε αυτό, ακριβώς, το σημείο αναδύεται ένα ακόμη πρόβλημα. Πολλές φορές οι υποψήφιοι -ελλείψει και ενός επαρκούς και ανταποκρινόμενου στις ανάγκες τους μαθήματος επαγγελματικού προσανατολισμού, δεν έχουν επιλέξει καθόλου ή δεν έχουν επιλέξει συνειδητά, έπειτα από σοβαρή διεργασία εκλογής κάποιο πανεπιστημιακό τμήμα ή κάποια τμήματα προτίμησης με βάση σοβαρά κριτήρια.
Σημαντικά κριτήρια για την επιλογή ενός ή περισσότερων τμημάτων προτίμησης θα μπορούσαν να αποτελέσουν οι προτιμήσεις και τα ενδιαφέρονται των υποψηφίων σε συνάρτηση με το πρόγραμμα σπουδών του τμήματος, οι επαγγελματικές προοπτικές που δίνει η ενασχόληση με το γνωσιακό αντικείμενο της σχολής και της σπουδής που θα επιλέξουν, οι προοπτικές εργασίας και οι συνθήκες του επαγγέλματος, το οποίο σχετίζεται με το γνωστικό αντικείμενο της εκάστοτε σπουδής. Ακόμα, οι οικονομικές δυνατότητες του φοιτητή και φοιτήτριας και της οικογενείας του να στηρίξουν το αντικείμενο των σπουδών, όχι μόνο σε προπτυχιακό επίπεδό αλλά και έπειτα από αυτό.
Συχνά, οι υποψήφιοι-ες επιλέγουν και καταχωρούν τη σειρά προτίμησης στο μηχανογραφικό επηρεαζόμενοι από τις γνώμες και προτιμήσεις των γονέων-που είναι μεν σημαντικές, ώστε να λαμβάνονται υπόψιν κατά τη διαδικασία διερεύνησης, αλλά δεν συνίσταται να ακολουθούνται λες και είναι οι «δέκα εντολές», γιατί τον τελευταίο λόγο στην επιλογή καλό είναι να την έχει ο υποψήφιος/α. Ακόμα χειρότερα, σε κάποιες περιπτώσεις οι υποψήφιοι/ες επιλέγουν με βάση τα μόρια που συγκέντρωσαν παρασυρόμενοι/ες από «μόδες» της εποχής ή χωρίς να έχουν και κάποια ιδιαίτερη προτίμηση-απλά και μόνο για να εισαχθούν σε μία πανεπιστημιακή σχολή. Οι παραπάνω αποφάσεις είναι σημαντικές, γιατί με τον ένα ή τον άλλον τρόπο αφορούν το δικό τους μέλλον.
Παρόλα αυτά, μία επίδοση που θα κριθεί ως αποτυχημένη ή επιτυχημένη, ναι μεν καθορίζει κάποιες πτυχές του μέλλοντος του υποψηφίου/ας- κυρίως το άμεσο μετά την μετάβαση από το Λύκειο στην «ενήλικη ζωή»- αλλά δεν έχει τη δυναμική να καθορίσει όλο το μέλλον του/της, με ένα τρόπο μη αναστρέψιμο. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα υποψηφίων που το «success story» τους αποδείχτηκε «κούφιο», γιατί στην πορεία ανακάλυψαν πως το γνωστικό αντικείμενο που σπούδασαν δεν τους άρεσε αρκετά ή δεν τους εξασφάλισε μια σταθερή εργασία και άλλαξαν αντικείμενο σπουδών ή ακόμα και επαγγελματικό κλάδο. Αντιστρόφως υπήρχαν μαθητές/τριες που στις πανελλήνιες δεν πέτυχαν «καλή επίδοση» (ό,τι εννοιολογείται ως καλή επίδοση για τον καθένα), όμως, χάρη σε αυτή πέρασαν σε μία σχολή που δεν θα σκέφτονταν διαφορετικά να επιλέξουν και τους άρεσε και πέτυχαν αρκετά και σε ακαδημαϊκό και σε εργασιακό τομέα.
Φυσικά, το πιο ευοίωνο σενάριο είναι να πετύχει ο υποψηφίος/ α στη σχολή της πρώτης του επιλογής, την οποία θα έχει επιλέξει μετά από ενδελεχή διερεύνηση και θα αποτελεί ένα αντικείμενο που θα αγαπήσει στην πορεία μέσα στο πανεπιστήμιο και έξω από αυτό θα μπορέσει να του εξασφαλίσει εργασιακή αποκατάσταση. Όμως, δεν υπάρχει μόνο ένας προκαθορισμένος δρόμος για να φτάσει κανείς σε μία «Ιθάκη», αλλά πολλές διαφορετικές εναλλακτικές για τον καθένα. Και σε αυτή την περίπτωση η «Ιθάκη» οφείλει να είναι η μελλοντική ευημερία και εξέλιξη του υποψήφιοι ως ανθρώπου και σίγουρα μία επίδοση είτε κρίνεται ως επιτυχής είτε ως όχι και τόσο επιτυχημένη δεν μπορεί να προκαθορίζει από μονή της αυτή της όλη αυτή την πορεία-απλώς αποτελεί ένα ακόμα σκαλοπάτι, ένα ακόμα δεδομένο κατά την μεταβατική αυτή διαδικασία από το ένα στάδιο στο άλλο.
Το γεγονός, πως αντιμετωπίζεται η αποτυχία ή επιτυχία στις πανελλήνιες και γενικότερα όλη η διαδικασία σαν εμπειρία που προκαθορίζει τα πάντα στη ζωή κάποιου-ειδικά στην Ελλάδα, που εμφανίζεται έντονο ως φαινόμενο και δρα ως διαδεδομένη νοοτροπία- αποτελεί αντικείμενο συστημικής διερεύνησης και κοινωνιολογικής έρευνας. Αλλά αυτό είναι μία άλλη ιστορία…
Οι φράσεις, «τα πράγματα μας καθορίζουν και επιδρούν πάνω μας, όσο εμείς τους επιτρέπουμε» και «όταν οι ζωή σου δίνει λεμόνια φτιάξε λεμονάδα», όσο κλισέ και αν ακούγονται, «ταιριάζουν γάντι» ως τσιτάτα που συμπυκνώνουν το πνεύμα μιας «διαχείρισης αποτελέσματος». Γιατί, οι πανελλήνιες αποτελούν ένα σημαντικό μεταίχμιο στην μετάβαση από την ασφάλεια της εφηβείας και της σχολικής ζωής στον «στίβο της ζωής», αλλά αυτό δεν είναι παρά ένα ακόμη σκαλοπάτι (ίσως δύσβατο ή απότομό για μερικούς)! Ας κρατήσουν οι υποψήφιοι και υποψήφιες, πως η ζωή δεν τελειώνει με τις πανελλήνιες και τα αποτελέσματα τους-όχι μόνο συνεχίζεται, αλλά ουσιαστικά ένα «νέο ταξίδι» σε αυτή ξεκινάει.
Καλή επιτυχία σε όλους τους υποψήφιους και υποψήφιες!
Κατερίνα - Μαρίνα Κατσούλη
Η Κατερίνα-Μαρινα Κατσούλη σπούδασε Ψυχολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και κανει Μεταπτυχιακό στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση.Παράλληλα, σπουδάζει στο τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ στην κατεύθυνση της Επικοινωνιολογίας.Εχει παρακολουθήσει σεμινάρια συμβουλευτικής, εκπαίδευσης ενηλίκων και επαγγελματικού προσανατολισμού. Σημερα, απασχολείται στον ερευνητικό τομέα,ενώ στο παρελθόν έχει εργαστεί εθελοντικά σε διάφορα σωματεία και ΜΚΟ. Αγαπάει την ανάγνωση λογοτεχνίας,το θερινό σινεμά, την κλασική μουσική και τις καλοκαιρινές βόλτες στην παραλία.