Πανελλήνιες: τι πρέπει να αλλάξει στο μάθημα της Έκθεσης;
Αν είχατε ένα τζίνι που μπορεί να αλλάξει κάτι στην παιδεία, τι θα ζητούσατε για το μάθημα της Έκθεσης;
Η ανθρώπινη ζωή είναι γεμάτη εκπλήξεις και προκλήσεις. Ποτέ δεν ξέρεις τι σου επιφυλάσσει η επόμενη μέρα και δεν είναι λίγες οι φορές που αναρωτιέσαι αν θα είσαι έτοιμος για όσα έρχονται στο μέλλον. Ωστόσο, σε αυτή τη συχνά χαοτική ζωή υπάρχουν ελάχιστες αμετάβλητες σταθερές και μια από αυτές είναι το μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσας.
Για δεκαετίες, οι υποψήφιοι των Πανελλήνιων έπρεπε να γράψουν ένα δοκίμιο, ενώ δεν υπήρχαν ασκήσεις. Από το 2000 και μετά, ακολουθούμε την νέα μορφή παραγωγής λόγου. Πλέον, τα παιδιά καλούνται να γράψουν κείμενο ενταγμένο σε επικοινωνιακό πλαίσιο και με θέμα που σχετίζεται με συγκεκριμένους θεματικούς κύκλους. Επίσης, υπάρχει πληθώρα συνοδευτικών ασκήσεων όπως περίληψη και παραγωγή παραγράφου, εντοπισμός τρόπου πειθoύς ή εύρεση συνωνύμων. Από όλα έχει ο μπαξές, αλλά σίγουρα δεν έχει πρωτοτυπία.
Τα θέματα προς διαπραγμάτευση είναι ίδια και απαράλλαχτα από την εποχή του Νώε, οι ασκήσεις είναι μηχανιστικές και έτσι εύκολα υποθέτουμε ότι κάποιος μπορεί να γράψει καλά αν καταλάβει το στήσιμο του εν λόγω μαθήματος. Λάθος! Τα στατιστικά δεδομένα των Πανελληνίων μαρτυρούν ότι οι βαθμολογίες στο συγκεκριμένο μάθημα είναι από μετριότατες ως απογοητευτικές, ακόμα και σε περιπτώσεις άριστων μαθητών. Τις πταίει λοιπόν;
1. Η έλλειψη πρωτοτυπίας
Όπως ήδη αναφέραμε, το μάθημα της Έκθεσης έχει μηδέν πρωτοτυπία. Σύμφωνα με το αναλυτικό πρόγραμμα, ο μαθητής καλείται να προβληματιστεί για ποικίλα θέματα και να εκφραστεί με σαφήνεια, σωστή επιχειρηματολογία και πρωτοτυπία ιδεών. Στην πραγματικότητα, οι θεματικές που πέφτουν είναι απολύτως προβλέψιμες, “sos” και αρκετά συντηρητικές. Τα ερωτήματα είναι διατυπωμένα με τρόπο που καθοδηγούν την απάντηση και είναι ηλίου φαεινότερον ποια επιχειρήματα θα προτιμηθούν.
Φυσικά, όλοι οι καθηγητές και βαθμολογητές τονίζουν διαρκώς πως κάθε καλοδιατυπωμένη επιχειρηματολογία είναι αποδεκτή αλλά στην πραγματικότητα λίγα γραπτά ξεφεύγουν από την πεπατημένη. Όσο για το ποια θέματα προτιμώνται; Περιβάλλον, κοινωνικές σχέσεις, Μ.Μ.Ε, παιδεία σε διάφορες παραλλαγές, διατυπωμένα σε εκφωνήσεις με ουδέτερο και μάλλον ηθικοδιδακτικό χρώμα. Συχνά, τα παιδιά παραπονιούνται πως πρέπει να εκφραστούν σαν συντηρητικοί μεσήλικες για να αποδώσουν σωστά την έκθεση και μάλλον δεν έχουν άδικο.
2. Ο τρόπος της προετοιμασίας
Ιδανικά, το μάθημα της έκθεσης, είτε στο σχολείο είτε στο φροντιστήριο, γίνεται μέσα από ενδελεχή συζήτηση και μελέτη ποικίλων κειμένων γύρω από την συγκεκριμένη θεματική. Αυτό, λίγο ή πολύ όντως γίνεται, αλλά σχεδόν πάντα ακολουθούν φυλλάδια με έτοιμα επιχειρήματα ανά θέμα. Έπειτα, άλλοτε με παρότρυνση του καθηγητή και άλλοτε από δική τους ανασφάλεια, τα παιδιά παπαγαλίζουν τα επιχειρήματα και θεωρούν ότι είναι καλυμμένα.
Τα θέματα όμως είναι πολλά και έτσι, αργά ή γρήγορα, οι μαθητές κουράζονται, απογοητεύονται και χάνουν το ενδιαφέρον για ουσιαστικό διάλογο, οπότε αναλώνονται στην μελέτη των φυλλαδίων. Μεγάλο κρίμα, αν αναλογιστούμε ότι η Έκθεση είναι το κατεξοχήν μάθημα που προσφέρεται για υγιείς λεκτικούς διαξιφισμούς και γόνιμο διάλογο.
3. Η έλλειψη δημιουργικότητας
Τα προκάτ θέματα και τα φυλλάδια έτοιμων επιχειρημάτων στερούν κάθε ίχνος πρωτοτυπίας από τα γραπτά και έτσι η συντριπτική πλειοψηφία των γραπτών αναπαράγει παραπλήσια επιχειρήματα και κοινοτοπίες. Τα γραπτά δεν διαφέρουν ιδιαιτέρως και ουσιαστικά δεν γίνεται προσπάθεια πειστικής επιχειρηματολογίας. Πουθενά δεν φαίνεται η πρωτότυπη σκέψη του μαθητή και αν οι ερευνητές του μέλλοντος βρουν κάποιον φάκελο εξεταστικού κέντρου δύσκολα θα καταλάβουν ότι τα τόσο ορθά ως προς τη δομή και τόσο άνευρα ως προς την ουσία γραπτά γράφηκαν από 17χρονους εφήβους.
4. Το φτωχό λεξιλόγιο
Το λεξιλόγιο και η έκφραση σχετίζονται άμεσα με τα γλωσσικά ερεθίσματα που δέχεται καθημερινά ένα άτομο. Σύμφωνα με τον αναδυόμενο γραμματισμό, εξασκούμαστε στην γραφή και την ανάγνωση από την πρώτη μέρα της ζωής και αυτό δεν σταματά στην Α΄Δημοτικού. Όσο περισσότερα βιβλία, εφημερίδες, κείμενα κάθε είδους διαβάζει κάποιος, τόσο καλύτερα εκφράζεται γραπτά και προφορικά. Οι έρευνες διαρκώς δείχνουν ότι οι Έλληνες δεν αγοράζουν βιβλία και την σημαντικότερη ευθύνη την έχει το σχολείο.
Τα περισσότερα σχολικά βιβλία είναι κακογραμμένα, πολυκαιρισμένα και δεν προκαλούν ενδιαφέρον για την ανάγνωση. Ειδικά τα βιβλία της έκθεσης είναι γεμάτα αποσπάσματα δοκιμίων ή άρθρων που γράφηκαν ακόμα και δεκαετίες πίσω και άρα δεν κινητοποιούν την συζήτηση και τον προβληματισμό. Τα παιδιά δεν ασκούνται στο διάλογο, δεν μαθαίνουν λεξιλόγιο, δεν μελετούν αξιόλογα κείμενα και άρα δεν αποκτούν τα απαραίτητα εφόδια για να γράψουν μια σωστή έκθεση. Ή οποιοδήποτε κείμενο, εδώ που τα λέμε, και έτσι συχνά συναντούμε μορφωμένους ενήλικες που δεν μπορούν να γράψουν μια επιστολή ή μια αίτηση.
Ο λόγος είναι ότι από παιδιά δεν ασκούμαστε στην παραγωγή ποικίλων κειμένων και ούτε μαθαίνουμε να γράφουμε ανάλογα με τον επικοινωνιακό στόχο που έχουμε. Έτσι, οι υποψήφιοι των Πανελληνίων μιμούνται τα γλωσσικά πρότυπα των βοηθημάτων, μαθαίνουν απέξω “δύσκολες” λέξεις και προσπαθούν να εντυπωσιάσουν τους βαθμολογητές. Φυσικά, αυτό είναι συχνά μάταιο και τα κείμενα που προκύπτουν δεν χαρακτηρίζονται από ιδιαίτερο λεκτικό και εκφραστικό πλούτο.
5. Η έλλειψη χρόνου
Η Έκθεση, όπως όλα τα μαθήματα πανελληνίων, έχει τρίωρη εξέταση. Σε αυτό το διάστημα οι μαθητές πρέπει να γράψουν κείμενο 500 λέξεων, να κάνουν μια περίληψη, πιθανόν μια άσκηση ανάπτυξης παραγράφου και 2-3 μικρότερες ασκήσεις. Ο χρόνος είναι πολύ λίγος και οι υποψήφιοι κατά την διάρκεια της προετοιμασίας ασκούνται στο πως να γίνονται ταχύτεροι. Οι μαθητές απαντούν γρήγορα και μηχανικά, προσπαθώντας να εφαρμόσουν όλες τις μεθοδολογικές οδηγίες.
Έτσι, συχνά το επικοινωνιακό πλαίσιο που ζητείται, προσεγγίζεται μόνο επιφανειακά αφού τα παιδιά περιορίζονται στο να βάλουν ένα τίτλο ή μια προσφώνηση σε ένα κείμενο που κατά τα άλλα είναι δοκίμιο και όχι άρθρο ή ομιλία. Η παράθεση των επιχειρημάτων δεν ακολουθεί τους κανόνες αλληλουχίας και στη καλύτερη περίπτωση είναι μια συρραφή προτάσεων μέσω συνδετικών λέξεων. Συνήθως, η γλώσσα που χρησιμοποιούν είναι ακαδημαϊκή και το ύφος άνευρο που δεν ταιριάζει με το επικοινωνιακό είδος. Η αιτία για αυτά τα ολισθήματα δεν είναι μόνο η ελλιπής προετοιμασία αλλά περισσότερο η βιασύνη των παιδιών που τρέχουν να προλάβουν αντιμετωπίζοντας την παραγωγή λόγου ως άσκηση μαθηματικών με συγκεκριμένα βήματα. Η έκθεση όμως δεν έχει τύπους, αφού είναι ένας ζωντανός οργανισμός με δυσανεξία στην τυποποίηση.
Ποια είναι η λύση για όλα τα ανωτέρω;
Ριζική αλλαγή! Το μάθημα της Νεοελληνικής Γλώσσα διδάσκεται με παρόμοιο τρόπο εδώ και δεκαετίες και πλέον απαιτείται ριζική αναμόρφωση. Η εργαλειοποίηση του οδηγεί σε τυποποίηση της σκέψης των παιδιών και σε φτωχά αποτελέσματα, αφού οι μαθητές όσο και αν προσπαθούν σπανίως ασκούνται στην παραγωγή γραπτών κειμένων με ορθό τρόπο. Η δικαιολογία για την μηχανιστική μεθοδολογία, είναι ότι τουλάχιστον οδηγεί σε καλή βαθμολογία, αλλά όπως είπαμε ήδη ούτε αυτό δεν συμβαίνει. Η βελτίωση της επιχειρηματολογίας δεν επιτυγχάνεται μέσα από έτοιμα φυλλάδια και οι ασκήσεις δομής δεν δημιουργούν καλύτερους συγγραφείς. Σίγουρα δε, οι λεξιλογικές ασκήσεις δεν μας κάνουν καλύτερους ομιλητές της ελληνικής.
Οι μαθητές πρέπει να εξασκούνται με ποικίλα κείμενα, όχι μόνο “κλασσικά” αλλά και σύγχρονα, ενώ οι προβληματισμοί πρέπει να εκκινούνται από επίκαιρα θέματα και όχι μέσα από θεματικούς κύκλους. Η εξάσκηση στο λεξιλόγιο γίνεται μέσα από διαρκή παραγωγή κειμένων και όχι από 1-2 εκθέσεις ανα τετράμηνο, όπως γίνεται στα περισσότερα σχολεία.
Η ανάγνωση λογοτεχνικών κειμένων, η παρακολούθηση κινηματογράφου και θεάτρου, οι αγώνες ρητορικής είναι μερικά μόνο πράγματα που μπορούν να γίνονται συχνά μέσα στα δημόσια σχολεία, χωρίς ιδιαίτερο κόστος. Επίσης, πρέπει να αποδεσμευτούμε από το βιβλίο νεοελληνικής γλώσσας όπου τα παιδιά αναλώνονται σε απαρχαιωμένα αποσπάσματα και να ξεκινήσει η επεξεργασία ποικίλων, αυθεντικών, ολοκληρωμένων κειμένων ώστε οι μαθητές να κατανοήσουν την δύναμη του λόγου και την λειτουργική του χρήση. Με λίγα λόγια, πρέπει να ζητήσουμε αναμόρφωση του μαθήματος, ώστε όχι μόνο να ανεβούν οι βαθμοί στο μάθημα, αλλά να αποκτήσουν ουσιαστικές γνώσεις κατανόησης και παραγωγής γραπτού λόγου.
Σας φαίνονται εφικτά όλα αυτά;
Ευαγγελία Ευσταθιάδου
Η Εύα ζει στην Θεσσαλονίκη, είναι απόφοιτη α) του τμήματος Φιλολογίας ΑΠΘ, β) του Παιδαγωγικού Δημοτικής Εκπαίδευσης ΑΠΘ και κάτοχος δύο μεταπτυχιακών τίτλων γύρω από την εκπαίδευση. Όταν δεν βρίσκεται σε κάποια σχολική αίθουσα, γράφει στο Μελετώντας, χειρίζεται την σελίδα του στο facebook και βλέπει πολλές ταινίες. Θα ήθελε να ταξιδέψει σε κάθε γωνιά του πλανήτη και να διαβάσει όλα τα λογοτεχνικά βιβλία που έχουν τυπωθεί ποτέ.